Η γνωστή σε όλους προίκα μπορεί να περιελάμβανε σπίτια ή μερίδια αυτών, χωράφια, μετρητά ή
χρυσές λίρες, ακίνητα εργασίας όπως μύλους, εργαστήρια, ζώα, αλλά και κινητά αντικείμενα όπως κλινοσκεπάσματα και οικιακά σκεύη. Η παροχή προίκας, μάλιστα, αποτελούσε ένδειξη κοινωνικής τάξης, καθώς ήταν ανάλογη της οικονομικής κατάστασης του προικοδότη και έκρινε σε μεγάλο βαθμό το αν θα τελεστεί ένας γάμος.Ως εκ τούτου, η προίκιση ήταν σοβαρό βάρος για μια οικογένεια και ο προικοδότης μπορούσε να καταφύγει σε μεταβιβάσεις ή δάνεια για να ανταποκριθεί στην υποχρέωση του. Κατά κανόνα, υπόχρεος ήταν ο πατέρας της νύφης, με την υποχρέωση αυτή βέβαια να είναι κατά βάση ηθική. Αν δεν ήταν ο πατέρας (συνήθως λόγω θανάτου του), η υποχρέωση μετακυλούσε στην μητέρα ή σε κάποιον μεγαλύτερο αδερφό. Σε κάποιες λίγες, ειδικές περιπτώσεις, προικοδότης ήταν η ίδια η νύφη.
Το ακριβές περιεχόμενο της προίκας και η αξία της καταγραφόταν σε συμφωνίες. Τα έγγραφα αυτά έμειναν γνωστά ως γαμήλια συμβόλαια, ή προικοσύμφωνα. Ανάλογα με την χρονική περίοδο και την γεωγραφική περιοχή τα έγγραφα αυτά είχαν διαφορετικό περιεχόμενο και νομική ισχύ. Η κυριότητα της προίκας αποτελούσε ένα σημαντικό θέμα. Στις περισσότερες περιπτώσεις ανήκε στην γυναίκα και ο σύζυγος ήταν επικαρπωτής ή διαχειριστής. Εναλλακτικά περνούσε στην πλήρη κυριότητα του γαμπρού.
Το προικοσύμφωνο τελούσε υπό την αρμοδιότητα της Εκκλησίας και κατά κανόνα συντασσόταν την ημέρα των αρραβώνων, για να εκτελεστεί μέχρι την τέλεση του γάμου. Η μη εκπλήρωση κάποιου όρου, μάλιστα, αποτελούσε λόγω λύσης της μνηστείας. Υπέγραφαν και τα δύο μέρη και μάρτυρες ήταν οι ιερατικοί προϊστάμενοι. Η προικισθείσα νύφη υπέγραφε με την ένδειξη "εξοφλώ" και ο μέλλοντας γαμπρός με την ένδειξη "βεβαιώνω την παραλαβή". Παράλληλα, η νύφη παραιτούταν από κάθε μελλοντική κληρονομική της απαίτηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου