Άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωρο, χειμώνας. Το έτος κατά κανόνα διαιρείται σε αυτές τις τέσσερις εποχές βάση των διαφορών που παρατηρούνται στον καιρό, το ηλιακό φως, την γονιμότητα του εδάφους. Υπεύθυνη για τις διαφορές αυτές είναι η κλίση του άξονα της Γης. Διανύοντας την τροχιά της γύρω από τον Ήλιο, η Γη ελαφρώς γέρνει, διαφοροποιώντας την ποσότητα ηλιακού φωτός που φτάνει σε κάθε ημισφαίριο, η οποία με την σειρά της επηρεάζει την θερμοκρασία και προκαλεί την διαφορά των εποχών μεταξύ βορείου και νοτίου ημισφαιρίου.
Τις τέσσερις εποχές τις μαθαίνουμε όλοι από παιδιά, και μπορούμε εύκολα να προσδιορίσουμε πότε ξεκινούν και πότε τελειώνουν. Στην πραγματικότητα, όμως, υπάρχουν δύο διαφορετικοί ορισμοί για την έναρξη τους!
Οι μετεωρολογικές και αστρονομικές εποχές σε μεγάλο βαθμό συμπίπτουν, ωστόσο ξεκινούν και τελειώνουν σε διαφορετικές ημερομηνίες. Αυτό συμβαίνει επειδή οι μετεωρολογικές εποχές βασίζονται στον ετήσιο κύκλο θερμοκρασίας, ενώ οι αστρονομικές εποχές υπολογίζονται από την θέση της Γης σε σχέση με τον Ήλιο.
Οι μετεωρολογικές εποχές
Οι μετεωρολόγοι χωρίζουν τις εποχές ανάλογα με τους καιρικούς ρυθμούς, μελετώντας τέσσερις ομάδες των τριών μηνών, σύμφωνα με το Γρηγοριανό Ημερολόγιο. Οι εποχές ξεκινούν πάντα την πρώτη ημέρα του μήνα, έτσι στο βόρειο ημισφαίριο (όπου κατοικεί το 87% του πληθυσμού του πλανήτη), η άνοιξη ξεκινά την 1η Μαρτίου, το καλοκαίρι την 1η Ιουνίου, το φθινόπωρο την 1η Σεπτεμβρίου και ο χειμώνας την 1η Δεκεμβρίου.
Αυτή η κατηγοριοποίηση καθιστά ευκολότερο τον υπολογισμό και την σύγκριση των εποχιακών στατιστικών, δημιουργώντας τελικά καλύτερη κατανόηση των καιρικών φαινομένων και των μέσων θερμοκρασιών. Φυσικά, βασίζεται στην παρατήρηση ότι το καλοκαίρι είναι η θερμότερη εποχή του χρόνου και ο χειμώνας η πιο κρύα, ενώ η μετάβαση από την μία στην άλλη γίνεται με τις δύο ενδιάμεσες εποχές, την άνοιξη και το φθινόπωρο.
Η μετεωρολογική ταξινόμηση των εποχών είναι και η ευρέως γνωστή, ωστόσο είναι σχετικά πρόσφατη.
Υψηλότερη και χαμηλότερη μέση θερμοκρασία ανά εποχή |
Οι αστρονομικές εποχές
Οι αστρονομικές εποχές προέκυψαν από το γεγονός ότι για χιλιάδες χρόνια, οι άνθρωποι παρατηρούσαν τον κύκλο του ηλιακού φωτός για να καθορίσουν και να σημειώσουν το χρόνο, κυρίως επειδή οι κατά βάση γεωργικοί πληθυσμοί μπορούσαν με αυτό τον τρόπο να οργανώσουν την σπορά και την συγκομιδή της σοδειάς τους.
Το αστρονομικό ημερολόγιο ακολουθεί την περιστροφή της Γης γύρω από τον Ήλιο και ορίζει τις μεταβάσεις στις τέσσερις εποχές με δύο ισημερίες και δύο ηλιοστάσια, δηλαδή σε κάθε τέταρτο της ετήσιας αυτής περιστροφής.
Οι δύο ισημερίες του χρόνου συμβαίνουν όταν η Γη βρίσκεται στα σημεία που τέμνεται ο ουράνιος ισημερινός (νοητή επέκταση του ισημερινού της Γης) και η εκλειπτική (επίπεδο της τροχιάς της Γης γύρω από τον Ήλιο), με αποτέλεσμα η ημέρα και η νύχτα να έχουν ίση διάρκεια. Η ισημερία στις 20-21 Μαρτίου σηματοδοτεί την έναρξη της άνοιξης, καθώς από εκεί και πέρα η μέρα ξεκινά να αυξάνει την διάρκειά της σε σχέση με τη νύχτα και με την ισημερία στις 22-23 Σεπτεμβρίου ξεκινά το φθινόπωρο, όπου η μέρα ξεκινά να μικραίνει.
Τα ηλιοστάσια είναι τα σημεία που ο άξονας της Γης βρίσκεται στην μεγαλύτερη ή μικρότερη απόσταση από τον Ήλιο, κατά την διάρκεια της ετήσιας τροχιάς. Για το βορειο ημισφαίριο, το θερινό ηλιοστάσιο στις 20-22 Ιουνίου σηματοδοτεί την έναρξη του καλοκαιριού, καθώς ο ήλιος βρίσκεται στην υψηλότερη θέση του στον ουρανό και έχουμε την ημέρα με την μεγαλύτερη διάρκεια. Αντίστοιχα, στις 21-22 Δεκεμβρίου έχουμε το χειμερινό ηλιοστάσιο, με τον ήλιο στην χαμηλότερη θέση και την ημέρα με την μικρότερη διάρκεια.
Η θέση του Ήλιου και της Γης στις ισημερίες και τα ηλιοστάσια |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου